ΥΔΡΟΓΕΩΛΟΓΙΚΕΣ ΣΥΝΘΗΚΕΣ Ν. ΤΗΝΟΥ

 

Παραθέτουμε παρακάτω τα συμπεράσματα δύο πρόσφατων μελετών, σχετικά με τις υδρογεωλογικές συνθήκες που επικρατούν στη ν. Τήνο και τις επισημάνσεις που γίνονται σε αυτές σε σχέση με την κατάσταση των υδροφορέων:


 

1. Στη μελέτη του ΥΠΑΝ «Ανάπτυξη συστημάτων και εργαλείων διαχείρισης υδατικών πόρων Διαμερίσματος Νήσων Αιγαίου» Τεύχος 29 ν. Τήνος, 2005 :

η μέση εκτιμώμενη κατείσδυση στη νήσο είναι σχετικά χαμηλή.

Ο σχετικός συντελεστής λαμβάνει τιμές μεταξύ 2.7% και 13.4% επί της βροχόπτωσης, ανάλογα με την υδρολογική λεκάνη, ενώ ο αντίστοιχος όγκος νερού ανέρχεται σε 5.1 hm3. Ο συνολικός όγκος της απορροής ανέρχεται σε 23.83 hm3, με το αντίστοιχο ποσοστό να είναι σχετικά υψηλό, ίσο με το 26.2% της βροχόπτωσης, με διακύμανση από 7.8% έως 39.9% ανάλογα με την υδρολογική λεκάνη. Σε γενικές γραμμές οι υδρογεωλογικές συνθήκες στη νήσο Τήνο κρίνονται ως δυσμενείς, λόγω έλλειψης ικανών επιφανειακών ταμιευτήρων, λόγω υπεραντλήσεων και λόγω της μόνιμης υφαλμύρισης. Οι περισσότερες υδροφορίες εντοπίζονται σε θέσεις ρηγμάτων.

Τα μεταμορφωμένα πετρώματα που δομούν την νήσο, εμφανίζουν δευτερογενές πορώδες, λόγω διακλάσεων και διαρρήξεων. Σημαντική είναι η παρουσία πηγών επαφής. Το συνολικό αντλούμενο νερό από αυτή την ενότητα πετρωμάτων, αγγίζει τα 40 m3/day. Στα μαγματικά πετρώματα, εμφανίζεται υδροφορία λόγω δευτερογενούς πορώδους, με παροχές που φτάνουν τα 70 m3/day, και αποδίδουν καλής ποιότητας νερό. Όσον αφορά τα σύγχρονα ιζήματα, εμφανίζουν υδροφορία τόσο λόγω πρωτογενούς όσο και λόγω δευτερογενούς πορώδους ωστόσο λόγω της μικρής επιφανειακής τους εμφάνισης, οι υδροφόροι είναι μικρής έως μέτρια δυναμικότητας.

Τα εκμεταλλεύσιμα ρυθμιστικά υδατικά αποθέματα της νήσου ανέρχονται σε 432697m3/y.

Η ποιότητα των υδάτων παρουσιάζεται επιβαρημένη στα πεδινά (αυξημένα χλωριόντα), ενώ σε υψηλότερες τοπογραφικά θέσεις η ποιότητα βελτιώνεται σημαντικά. Η ρυπαντική επικινδυνότητα όπως προκύπτει από το χάρτη τρωτότητας είναι σχετικά πιο αυξημένη στη νοτιοανατολική πλευρά της νήσου. (όπως φαίνεται από τους συνημμένους χάρτες) 2. Στην Υδρογεωλογική Μελέτη – Υδατικό Διαμέρισμα Νήσων Αιγαίου, ΙΓΜΕ 2010 στα συμπεράσματα αναφέρεται:

Η πλειονότητα των γεωλογικών σχηματισμών, που απαντά στη Νήσο Τήνο είναι μέτριας έως χαμηλής απόδοσης, με υδροφορία να αναπτύσσεται, κατά κύριο λόγο, σε ρωγματικά και καρστικά υδρογεωλογικά περιβάλλοντα.

Το καρστικό υδροσύστημα αναπτύσσεται εντός των ενστρώσεων μαρμάρων και σιπολινών, που απαντούν σε σχιστολιθικό περιβάλλον. Το ρωγματικό υδροσύστημα αναπτύσσεται σε σχιστολιθικά πετρώματα και είναι χαμηλής σχετικά απόδοσης, με την υδροφορία να διαμορφώνεται στον αποσαθρωμένο μανδύα των σχιστολιθικών πετρωμάτων. Εντός των πετρωμάτων αυτών παρεμβάλλονται ορίζοντες μαρμάρου με ικανοποιητική σχετικά υδροφορία.

Σε ό,τι αφορά το υδροσύστημα Τήνου (1406) τα διαθέσιμα ετήσια υπόγεια υδατικά αποθέματα εκτιμάται ότι δεν υπερβαίνουν τα 5.0x106m3, για το δε υδροσύστημα Χώρας – Γύρλας (1407) τα διαθέσιμα ετήσια υδατικά αποθέματα ανέρχονται σε 400.000m3. Οι έως τώρα εφαρμοζόμενες κακοτεχνίες ανόρυξης υδρογεωτρήσεων ευθύνονται εν μέρει για τις φθίνουσες αποδόσεις τους και για τη βιωσιμότητά τους.

Οι κακοτεχνίες αυτές περιλαμβάνουν μεταξύ άλλων ακατάλληλη πλαστική σωλήνωση, έλλειψη πιεζομέτρου, άτακτα τοποθετημένα καλώδια εντός της σωλήνωσης, ανεπαρκής προστασία χώρου γεώτρησης κ.ά.

Ο κυριότερος υδροχημικός τύπος νερού, που επικρατεί, είναι Mg – SO4, αλλά σε παράκτιες περιοχές ο υδροχημικός τύπος του νερού γίνεται Na – Cl. Πρόβλημα στα ποιοτικά χαρακτηριστικά του νερού φαίνεται να υπάρχει στην αυξημένη συγκέντρωση των χλωριόντων, σε παράκτιες περιοχές, όπως αυτές της Κώμης, Κιονίων και όρμου Υστερνίων, αφού η υπεράντληση των υδροφορέων κατά τη θερινή περίοδο οδηγεί ενίοτε σε φαινόμενα υφαλμύρωσης.

Σε ό,τι αφορά την αρδευτική καταλληλότητα, η πλειονότητα των νερών χαρακτηρίζεται ως χαμηλού κινδύνου αλκαλίωσης και μέτριου έως υψηλού κινδύνου αλατότητας, ως αποτέλεσμα της υφαλμύρωσης των παράκτιων υδροφορέων. Συχνές είναι και οι αυξημένες τιμές του μικροβιακού φορτίου του υπόγειου νερού, γεγονός που το καθιστούν πολλές φορές ακατάλληλο για οικιακή κατανάλωση χωρίς την κατάλληλη επεξεργασία (π.χ. χλωρίωση).

Το αυξημένο μικροβιακό φορτίο καταδεικνύει τη μόλυνση του νερού κυρίως από αστικά απόβλητα και λύματα, λόγω παντελούς έλλειψης αποχετευτικού δικτύου σε πολλούς οικισμούς. Ο προσχωματικός υδροφόρος ορίζοντας Κώμης – Καλλονής έχει ποιοτικά υποβαθμιστεί σε σημαντικό βαθμό, εξαιτίας του ρυπαντικού φορτίου που δέχεται από τα αστικά λύματα των γύρω οικισμών. Σε παραπλήσια συμπεράσματα καταλήγει και η «Υδρογεωλογική Μελέτη ν. Τήνου» που εκπονήθηκε για λογαριασμό της Ν.Α. Κυκλάδων το 2002, όπου αναφέρεται ότι τα υπόγεια νερά στη ν. Τήνο χρήζουν προστασίας.

Η Περιφέρεια Νοτίου Αιγαίου στα πλαίσια των αρμοδιοτήτων της, βρίσκεται στη διαδικασία εκπόνησης κανονιστικής απόφασης (για την Π.Ε. Κυκλάδων) για την επιβολή περιορισμών στη χρήση των υδάτων και στην εκτέλεση έργων αξιοποίησής τους.

 

back


Home